ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναπληρωτής Διευθυντής 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας / Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών / Μετεκπαιδευθείς εις Royal Brompton Hospital / Imperial College University, St Thomas Hospital, London, UK / Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Kλινικής Ανοσολογίας / Επιστημονικός συνεργάτης του Δ.Θ.Κ.Α.Υγεία

Ιατρείο: Αγίου Τρύφωνος 3 & Γούναρη 41, Άνω Γλυφάδα 

ΧΡΟΝΙΑ ΚΝΙΔΩΣΗ: ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της χρόνιας κνίδωσης χαρακτηρίζεται από πολλαπλές επιλογές ταξινομημένες ιεραρχικά. Παρουσιάζονται κατά κατηγορίες παρακάτω:

Αντιισταμινικά

Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των αντιισταμινικών στη κνίδωση είναι αδιαμφισβήτητη παρά το γεγονός ότι κάποιες περιπτώσεις δεν ανταποκρίνονται. Τα αντιισταμινικά χωρίζονται σε παλαιάς και νέας γενεάς. Τα πρώτα προκαλούν καταστολή ενώ τα νεότερα κατά κανόνα όχι. Εξαίρεση σε ένα ποσοστό αποτελεί η σετιριζίνη ειδικά αν δοθεί σε μεγαλύτερες δόσεις. Η μιζολαστίνη παρατείνει το διάστημα Q-T και δεν πρέπει να συγχορηγείται με φάρμακα ή ουσίες που αναστέλλουν τον ηπατικό μεταβολισμό μέσω ου κυτοχρώματος P-450 (όπως μακρολίδια και αντιμυκητιασικά) αλλά και φάρμακα τα οποία μπορεί να προκαλέσουν δυνητικά αρρυθμίες όπως τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (πχ δοξεπίνη). Η σετιριζίνη έχει τη ταχύτερη έναρξη δράσης ενώ η δεσλοραταδίνη τον πιο παρατεταμένο χρόνο ημίσεια ζωής (περίπου 27 ώρες) γι αυτό χρειάζεται να παρέλθουν τουλάχιστον 6 μέρες από τη τελευταία δόση σε περίπτωση που χρειάζονται δερματικές δοκιμασίες.

 

Η σετιριζίνη και η λοραταδίνη φαίνεται να έχουν και αντιαλλεργικές ιδιότητες οι οποίες έχουν να κάνουν με την επίδραση στην αποκοκκίωση των σιτευτικών κυττάρων και κατά συνέπεια στην επακόλουθη απελευθέρωση ισταμίνης, ειδικά αν χορηγηθούν σε αυξημένες δόσεις. Τα πρώτης γενεάς κατασταλτικά αντιισταμινικά δεν χρησιμοποιούνται πλέον σαν μονοθεραπεία αλλά περισσότερο σε συνδυασμό με τα νεότερης γενεάς. Επίσης τα νεότερα αντιισταμινικά χορηγούνται σε υψηλότερες από τις προτεινόμενες από τον κατασκευαστή δόσεις. Τέλος είναι δυνατό οι αναστολείς Η2 υποδοχέων (ρανιτιδίνη) να φανούν χρήσιμοι ως υποστηρικτική θεραπεία.

 

Νεφρική ανεπάρκεια. Η ακριβαστίνη πρέπει να αποφεύγεται και η υδροξυζίνη, σετιριζίνη, λεβοσετιριζίνη να ελαττώνονται στο μισό σεμέτρια νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης 10-20 ml/min) ενώ θα πρέπει να αποφεύγονται σε σοβαρή (<10 ml/min)

 

Ηπατική ανεπάρκεια. Η μιζολαστίνη, η υδροξυζίνη και η χλωρφαιναμίνη πρέπει να αποφεύγονται σε σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια.

Αντιλευκοτριενικά

Τα αντιλευκοτριενικά προστιθέμενα στην αντιισταμινική αγωγή να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της κνίδωσης. Φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικά σε περιπτώσεις που υπάρχει ευαισθησία στην ασπιρίνη και οι ασθενείς με θετικό ASST σε σχέση με τα άλλα είδη κνίδωσης . Πιο συχνά χρησιμοποιείται το montelucast.

Κορτικοστεροειδή peros

Τα κορτικοστεροειδή peros είναι δυνατόν να βραχύνουν τη διάρκεια της οξείας κνίδωσης (50 mg καθημερινά για τρεις ημέρες. Πιο χαμηλές δόσεις επίσης μπορεί να βοηθήσουν. Ισχυρότερες ενδείξεις αποτελούν η κνιδωτική αγγειίτις και η κνίδωση εκ πιέσεως επιβραδυνόμενου τύπου. Τα κορτικοστεροειδή παρεντερικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε αναφυλακτικές αντιδράσεις αν και επειδή η δράση τους είναι αργή αποτελούν επικουρική της αδρεναλίνης θεραπεία και ενδεχομένως προφυλάσσουν από την όψιμη αντίδραση που εμφανίζεται σε ένα ποσοστό 20-40%. Γενικά τα κορικοστεροειδή δεν χρειάζεται να χορηγούνται σε μακροχρόνια βάση σε ήπιες κνιδώσεις.

Επινεφρίνη

Η επινεφρίνη αποτελεί φάρμακο εκλογής σε συστηματικές αναφυλακτικές αντιδράσεις και οίδημα λάρυγγα. Η επινεφρίνη έχει τρεις σχετικές ιδιότητες: αγγειοσύσπαση, βρογχοδιαστολή και αναστολή περαιτέρω αποκοκκίωσης σιτευτικών κυττάρων. Η δόση είναι 0,5 ml ενδομυϊκά σε διάλυση 1:1000 (500 μg) για ενήλικες και εφήβους άνω των 12 ετών. Ασθενείς που μπορούν απρόβλεπτα να εκτεθούν σε γνωστό παράγοντα (υμενόπτερο, δημοφιλές τροφοαλλεριογόνο) πρέπει να φέρουν στυλό αδρεναλίνης (Epipen, Anapen). Η αδρεναλίνη δεν ανήκει στους παράγοντες αντιμετώπισης της χρόνιας κνίδωσης.

Ανοσοτροποποιητικοί παράγοντες

Η κυκλοσπορίνη αποτελεί τον πιο καλά μελετημένο ανοσοτροποποιητικό παράγοντα μέχρι σήμερα. Σε δόση 4mg/kg/ημ καθημερινά για δύο μήνες σε ασθενείς με χρόνια κνίδωση ανθεκτική στην αντιισταμινική αγωγή ήταν αποτελεσματική στα 2/3 των ασθενών. Όμως το 25% αυτών των ασθενών διατήρησε τη ιάσιμη εικόνα. Σε άλλη μελέτη τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα όταν η κυκλοσπορίνη χορηγήθηκε για διάστημα τεσσάρων μηνών. Είναι σαφές ότι η επιλογή των ασθενών, η δόση, το χρονικό διάστημα χρειάζεται να καθορισθούν. Η κυκλοσπορίνη έχει επίσης χορηγηθεί σε πάσχοντες από χρόνια κνίδωση χωρίς αυτοαντισώματα, σε μερικές περιπτώσεις με καλά αποτελέσματα. Όμως φαίνεται η ένδειξη της στην αυτοάνοση κνίδωση να είναι πιο απόλυτη.

 

Η πλασμαφαίρεση έχει επίσης προταθεί ως μέτρο αντιμετώπισης όμως ενώ τα αποτελέσματα φαίνονταν αισιόδοξα δεν έχει χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα ενώ το κόστος της είναι ιδιαίτερα υψηλό.Τέλος πολλές θεραπείες έχουν προταθεί σε μικρές ή ανέκδοτες μελέτες: ανοσοτροποποιητικά όπως μεθοτρεξάτη, κυκλοφωσφαμίδη, αντι-TNFα ή και άλλα όπως χρωμόνες, νιφεδιπίνη, υδροξυχλωροκίνη. Ίσως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάσει το μονοκλωνικό αντίσωμα omalizumab (αντι-IgE) στα επόμενα χρόνια. Μέχρι τώρα έχει μελετηθεί πολύ περιορισμένα και τα πρώτα αποτελέσματα ήταν ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά σε ασθενείς με αυτοάνοση κνίδωση. Φαίνεται ότι ο πιθανότερος μηχανισμός είναι η ελάττωση των υποδοχέων υψηλής συγγένειας της IgE. Είναι προφανές ότι όλες αυτές οι θεραπείες χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να τεκμηριωθεί η χρησιμότητα τους.

 

 

Footer logos 1
Footer logos 2
Footer logos 3