ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναπληρωτής Διευθυντής 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας / Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών / Μετεκπαιδευθείς εις Royal Brompton Hospital / Imperial College University, St Thomas Hospital, London, UK / Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Kλινικής Ανοσολογίας / Επιστημονικός συνεργάτης του Δ.Θ.Κ.Α.Υγεία

Ιατρείο: Αγίου Τρύφωνος 3 & Γούναρη 41, Άνω Γλυφάδα 

ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Η αλλεργική ρινίτιδα αποτελεί ένα από τα πιο συχνά χρόνια νοσήματα. Είναι το αποτέλεσμα της ευαισθητοποίησης του οργανισμού σε ουσίες οι οποίες καλούνται αεροαλλεργιογόνα. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να είναι εποχιακή δηλαδή μόνο την άνοιξη ή ολοετής ή ολοετής με εποχιακή επιδείνωση. Η εποχιακή επίσης μέσω ρινικής υπεραντιδραστικότητας ή κεκτημένης αποκοκκίωσης σιτευτικών κυττάρων (priming effect) μπορεί σταδιακά να επεκταθεί σε όλο το έτος. Η αλλεργική ρινίτιδα αφορά στο 25% του γενικού πληθυσμού. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να είναι επίμονη (περισσότερο από τέσσερις ημέρες την εβδομάδα, περισσότερο από τέσσερις ώρες την ημέρα) ή διαλείπουσα. Επίσης μπορεί να είναι σοβαρή όταν προκαλεί διαταραχές στις φυσικές δραστηριότητες, στον ύπνο, στην εργασία ή ήπια.

Αποτελεί την κλινική έκφραση μιας υπερβολικής και λάθους εκτίμησης του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι «αβλαβών» ουσιών που αναγνωρίζονται ως παράσιτα με αποτέλεσμα την παραγωγή αντισωμάτων IgE τα οποία επικάθονται στην επιφάνεια των σιτευτικών κυττάρων (βασεόφιλων των ιστών). Όσο εξελίσσεται αυτό το φαινόμενο ο ασθενής δεν εκδηλώνει συμπτώματα   (φάση  ευαισθητοποίησης).  Σε κάποιο σημείο ο ασθενής μεταπίπτει από την φάση της ατοπίας σε αυτή της αλλεργίας με αποτέλεσμα τα αλλεργιογόνα που εισπνέει πλέον να οδηγούν μέσω των επιτόπων που αποκαλύπτουν, στη γεφύρωση των αντισωμάτων και στην αποκοκκίωση των σιτευτικών κυττάρων. Τότε εκδηλώνει πλέον συμπτώματα (εκτελεστική φάση). Η αποκοκκίωση οδηγεί στην απέλευθέρωση προσχηματισθέντων (ισταμίνη, τρυπτάση)  και νεοσχηματισθέντων (προσταγλανδίνες, λευκοτριένια) μεσολαβητών οι οποίοι έχουν σαν όργανα στόχους  τους βλενογόννους της ρινός, των επιπεφυκότων και των αεραγωγών (βρόγχων). Αυτός είναι ο λόγος που η αλλεργική ρινίτιδα αφενός πολύ συχνά συνοδεύεται από επιπεφυκίτιδα αφετέρου εξελίσσεται σε άσθμα.

Τα συχνότερα αεροαλλεριογόνα είναι τα αγρωστώδη (πάνω από 600 είδη στον Ελλαδικό χώρο, η παριετάρια (περδικάκι), η ελιά, τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, οι μύκητες Alternaria, Cladosporium τα επιθήλια της γάτας και του σκύλου (ολοετή). Λιγότερα συχνά είναι το χηνοπόδιο, το κυπαρίσσι, το πεντάνευρο, η αρτεμισία, το πεύκο.

Τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας είναι η καταρροή, η συμφόρηση, οι πταρμοί, ο κνησμός στη ρίνα, στη μαλθακή υπερώα. Οι επιπεφυκότες εμφανίζουν δακρύρροια, κνησμό, ερυθρότητα. Το 30% των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα θα εμφανίσει άσθμα. Αυτό θα είναι αρχικά επίσης εποχιακό ή διαλείπον, είναι πιθανό μετά από κάποιο χρονικό διάστημα να εξελιχθεί σε ολοετές και επίμονο. Τα κυριότερα συμπτώματα του άσθματος είναι ο βήχας , η δύσπνοια, το «βάρος» στο στήθος, ο συριγμός. Ο ασθενής με άσθμα εμφανίζει νυκτερινές αφυπνίσεις ενώ πριν εδραιωθεί μια τέτοια κλινική εικόνα εμφανίζει πιθανώς βρογχική υπεραπαντητικότητα η οποία εκδηλώνεται ως βήχας στην παρατεταμένη ομιλία, στο γέλιο, στις φωνές, στην εισπνοή ψυχρού αέρα, μετά από κοινό κρυολόγημα.

Η διάγνωση της αλλεργικής ρινίτιδας γίνεται με βάση το ιστορικό, την αντικειμενική εξέταση (ρινοσκόπηση) και τη διενέργεια δερματικών δοκιμασιών δια νυγμού (skin prick tests) σε ειδικά διαμορφωμένα εκχυλίσματα που περιέχουν τα υπεύθυνα αλλεργιογόνα.. Οι δερματικές δοκιμασίες δια νυγμού είναι απολύτως ασφαλείς, ανώδυνες και αξιόπιστες

Πολλές φορές τα tests πρέπει να υποστηριχθούν από ανίχνευση ειδικής έναντι των υπεύθυνων αλλεργιογόνων IgE μέσω εξέτασης αίματος. Ο συνδυασμός του ιστορικού του ασθενούς με τις εξετάσεις οδηγεί στη διάγνωση. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτεί το θέμα της υποκλινικής ευαισθησίας. Δεν σημαίνει ότι όπου ο ασθενής είναι θετικός στις εξετάσεις του αίματος ή  στα skin prick tests είναι αυτομάτως και αλλεργικός σε αυτά. Είναι απαραίτητη η κλινική συσχέτιση των αποτελεσμάτων με τα συμπτώματα.

Ο τρόπος αντιμετώπισης της αλλεργίας βασίζεται στο τρίπτυχο αποφυγή, φαρμακευτική θεραπεία, ανοσοθεραπεία. Η αποφυγή είναι θεραπευτικό όπλο μόνο στα αλλεργιογόνα που προέρχονται από επιθήλια ζώων και ημίμετρο στην αντιμετώπιση της αλλεργίας των ακάρεων. Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των γύρεων η αποφυγή είναι ουτοπική.

Η φαρμακοθεραπεία γίνεται μέσω της αντιισταμινικής αγωγής, των ρινικών στεροειδών και των αντιλευκοτριενίων. Τα εν λόγω σκευάσματα είναι απολύτως ασφαλή αλλά δεν τροποποιούν τη φυσική πορεία της νόσου σε αντίθεση με την ανοσοθεραπεία.

Η ανοσοθεραπεία είναι η ιατρική πράξη χορήγησης σταδιακά αυξανόμενων δόσεων παράγωγου αλλεργιογόνου σε έναν ασθενή με σκοπό τη βελτίωση ή εκρίζωση των συμπτωμάτων του που οφείλονται σε αυτό.

Τα κύρια ερωτήματα είναι κατά πόσον μετά τη διακοπή της ανοσοθεραπείας το αποτέλεσμα παραμένει, το κατά πόσον η ανοσοθεραπεία αποτρέπει την εξέλιξη της ρινίτιδας σε άσθμα και επίσης κατά πόσον η ανοσοθεραπεία σε ένα αλλεργιογόνο αποτρέπει την ευαισθητοποίηση σε άλλα. Οι μελέτες οι οποίες υπάρχουν στη διάθεση μας απαντούν καταφατικά σε όλα αυτά τα ερωτήματα με συνέπεια να γνωρίζουμε σήμερα ότι η ενέσιμη ανοσοθεραπεία επάγει ανοσολογική και κλινική ανοχή, έχει μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και τροποποιεί τη φυσική πορεία της νόσου.

Συμπερασματικά ο ασθενής με αλλεργική ρινίτιδα πρέπει να κινητοποιείται έγκαιρα πριν αυτή εξελιχθεί χρονικά και ανατομικά.

Footer logos 1
Footer logos 2
Footer logos 3