ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναπληρωτής Διευθυντής 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας / Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών / Μετεκπαιδευθείς εις Royal Brompton Hospital / Imperial College University, St Thomas Hospital, London, UK / Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Kλινικής Ανοσολογίας / Επιστημονικός συνεργάτης του Δ.Θ.Κ.Α.Υγεία

Ιατρείο: Αγίου Τρύφωνος 3 & Γούναρη 41, Άνω Γλυφάδα 

ΑΛΛΕΡΓΙΚΟ ΣΟΚ. ΤΙ ΝΕΟΤΕΡΟ;

Το αλλεργικό σοκ έχει άλλη ερμηνεία από τους ασθενείς και άλλη από την ιατρική. Το αλλεργικό σοκ είναι η συστηματική αλλεργική αντίδραση (αναφυλαξία) στην οποία συμμετέχει και το καρδιαγγειακό σύστημα, δηλαδή όταν υπάρχει πτώση της πίεσης και συνεπώς ελλιπής αιμάτωση ζωτικών οργάνων. Στην καθημερινή πράξη συναντούμε καθημερινά ασθενείς οι οποίοι υπέστησαν μια οξεία κνίδωση και έχουν την ενημέρωση ότι έχουν υποστεί αλλεργικό σοκ.

Η σωστή ενημέρωση των ασθενών που έχουν υποστεί αλλεργικό σοκ είναι εξαιρετικά σημαντική διότι μετά από την αντιμετώπιση του αλλεργικού σοκ, ο ασθενής θα πρέπει να προετοιμάζεται για την αυτοφροντίδα του , φέροντας μαζί του κάθε στιγμή μία ή περισσότερες ενέσεις αδρεναλίνης και γνωρίζοντας τη σωστή χορήγησή της όταν συμβεί αλλεργικό σοκ. Ίσως και το να φέρει καρτέλα ενημέρωσης είναι χρήσιμο. Επίσης πόσιμη κορτιζόνη και αντιισταμινική αγωγή πιθανώς θα βοηθήσουν στην αποτροπή όψιμης αντίδρασης.

Η έρευνα γύρω από το αλλεργικό σοκ δεν περιορίζεται πλέον από την αντίληψη ότι η νόσος είναι σπάνια, από την απουσία ενός αποδεκτού ορισμού ή από την έλλειψη πιστοποιημένων κλινικών διαγνωστικών κριτηρίων. Έχει δημιουργηθεί μια παγκόσμια ατζέντα για την έρευνα στο αλλεργικό σοκ-αναφυλαξία, με σκοπό τη βελτίωση της κατανόησης της επιδημιολογίας, των παραγόντων κινδύνου, των μηχανισμών και των παραγόντων πρόκλησης, καθώς και βέλτιστων μεθόδων διάγνωσης, αντιμετώπισης και πρόληψης της νόσου.

Το αλλεργικό σοκ (αναφυλαξία) αποτελεί μια σοβαρή αλλεργική αντίδραση υπερευαισθησίας που μπορεί να επιφέρει τον θάνατο. Είναι ταχύτατης έναρξης (λεπτά έως μερικές ώρες) και συνήθως συμμετέχουν πολλά οργανικά συστήματα (δέρμα-βλεννογόνοι 90%, αναπνευστικό 65%, λάρυγγας 25%, πεπτικό 25%, καρδιαγγειακό 30%). Η συχνότητα του αλλεργικού σοκ σε όλη τη διάρκεια της ζωής και από όλους τους προκλητικούς παράγοντες είναι τουλάχιστον 1% επί του γενικού πληθυσμού.

Οι αιτιολογικοί και εκλυτικοί παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης αλλεργικού σοκ (αναφυλαξίας) είναι παρόμοιοι σε όλο τον κόσμο. Η σημασία των διαφόρων παραγόντων πρόκλησης ποικίλει με την ηλικία και τη γεωγραφία. Το αλλεργικό σοκ  συμβαίνει συνήθως μέσω ενός IgE-εξαρτώμενου ανοσολογικού μηχανισμού που ενεργοποιείται από τροφές, δήγματα εντόμων, φάρμακα ή latex. Το αλλεργικό σοκ μπορεί επίσης να προκληθεί από άλλους ανοσολογικούς μηχανισμούς ή από άμεση ενεργοποίηση των μαστοκυττάρων.

Στο 30% των περιπτώσεων το αλλεργικό σοκ μπορεί να είναι το αποτέλεσμα ιδιοπαθούς  αναφυλαξίας δηλαδή να μην ταυτοποιηθεί αιτιολογικός παράγοντας. Αυτό τρία πράγματα μπορεί να σημαίνει: το επεισόδια όντως να συμβαίνει χωρίς αιτία, να μην μπορούμε να βρούμε την αιτία, ή τέλος να μην είναι αλλεργικό σοκ αλλά μια άλλη κλινική κατάσταση μιμητής αλλεργικού σοκ.

Επίσης  η πιθανότητα ενός νέου παράγοντα πρόκλησης ή μιας διαταραχής της ενεργοποίησης των μαστοκυττάρων θα πρέπει πάντα να εξετάζεται.

Τα κλινικά κριτήρια για τη διάγνωση του αλλεργικού σοκ έχουν πιστοποιηθεί για ιατρική χρήση, αλλά και για επιδημιολογικές μελέτες, και έχουν μεγάλη ευαισθησία, καλή ειδικότητα και υψηλή αρνητική αξία πρόβλεψης.

Τα συμπτώματα από το δέρμα και τους βλεννογόνους και σημεία όπως κνησμός, ερύθημα προσώπου, εξάνθημα και αγγειοοίδημα εμφανίζονται στη συντριπτική πλειοψηφία των επεισοδίων αλλεργικού σοκ. Αναπνευστικά, γαστρεντερικά και καρδιαγγειακά συμπτώματα είναι επίσης συχνά, όμως, το σοκ δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει, ακόμα και σε σοβαρή ή θανατηφόρα αναφυλαξία.

Η αρχική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την κατοχή ενός πρωτοκόλλου, την αξιολόγηση του ασθενούς, στη συνέχεια την κλήση για βοήθεια, τη χορήγηση ενέσιμης επινεφρίνης (αδρεναλίνης) ενδομυϊκά στο μέσο-έξω μηριαίο, και τοποθέτηση του ασθενούς σε ύπτια ή σε άνετη θέση. Συμπληρωματική χορήγηση οξυγόνου, ενδοφλέβια και καρδιοπνευμονική ανάνηψη θα πρέπει να παρέχονται κατ’ ανάγκη. Θα πρέπει να παρακολουθείται ο καρδιακός

ρυθμός και λειτουργία, η αρτηρια κή πίεση και η οξυγόνωση, εάν είναι εφικτό, ενώ Η1-αντισταμινικά, Η2-αντισταμινικά, γλυκοκορτικοειδή και β2-δρενεργικοί αγωνιστές δεν πρέπει να χορηγούνται πριν από την επινεφρίνη ή ως μονοθεραπεία. Οι ασθενείς με αναφυλαξία ανθεκτική στην επινεφρίνη, σε συμπληρωματικό οξυγόνο και στην ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, χρειάζονται μονάδα εντατικής θεραπείας με αερισμό και υποστήριξη με ινότροπα.

Για την πρόληψη των υποτροπών κάποιος ασθενής που έχει υποστεί θεραπεία για αλλεργικό σοκ θα πρέπει να αξιολογείται από αλλεργιολόγο, ο οποίος θα επιβεβαιώσει τους παράγοντες πρόκλησης χρησιμοποιώντας δερματικές δοκιμασίες, μετρήσεις των επιπέδων ειδικών για αλλεργιογόνα IgE, και άλλες εξετάσεις όπως ενδείκνυται. Οι δερματικές δοκιμασίες εκτελούνται 3–4 εβδομάδες μετά από το επεισόδιο του αλλεργικού σοκ, και αν είναι αρνητικές σε ασθενή με ισχυρό ιστορικό αναφυλαξίας θα πρέπει να επαναλαμβάνονται εβδομάδες ή μήνες αργότερα.

Θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με την αποφυγή πιθανών προκλητικών παραγόντων. Εάν ενδείκνυται, θα πρέπει να εφαρμόζεται ανοσιακή τροποποίηση με ανοσοθεραπεία ειδική για το αλλεργιογόνο ή πρωτόκολλα φαρμακευτικής απευαισθητοποίησης. Συνοδά νοσήματα όπως το άσθμα ή οι καρδιαγγειακές διαταραχές πρέπει να αντιμετωπίζονται καταλλήλως.

Footer logos 1
Footer logos 2
Footer logos 3